Ήθελα καιρό να βάλω αυτό το κομμάτι, που περιγράφει δύο διαφορετικούς τύπους αντρών, όμως βαριόμουν να το αντιγράψω. Απ’ το καλύτερο, ίσως, βιβλίο που διάβασα τα τελευταία χρόνια, ένα υπέροχο απόσπασμα για τον έρωτα και το ταίριασμα:
"Αν οι παλιοί ερωτικοί μου σύντροφοι (συγγνώμη – όλοι αυτοί οι "άχρηστοι"), από την Αρλ, το Τελ Αβίβ ή όπου αλλού, ήταν μια αντιπροσωπευτική συλλογή, μάλλον θα ήταν της μοίρας μου να καταλήξω με έναν αυστηρά εγκεφαλικό τύπο, λιπόσαρκο και νευρώδη. Οστεώδεις αγκώνες, πεταχτό μήλο του Αδάμ, στενοί καρποί. Αυστηρά χορτοφάγος. Τύπος αγχώδης, που διαβάζει Νίτσε, φοράει γυαλιά, απορρίπτει την εποχή του και περιφρονεί το αυτοκίνητο. Μανιώδης ποδηλάτης και περιηγητής της υπαίθρου. Κατ’ επάγγελμα περιθωριακός – αγγειοπλάστης ίσως, λατρεύει το ακατέργαστο ξύλο και τους βοτανόκηπους. Πίσω από τον άγριο συγκρατημένο θυμό με τον οποίο πετάει τα αποτυχημένα πήλινα βάζα του σε ένα παλιό βαρέλι, κρύβονται τα όνειρά του για μια απλή ζωή στη φύση με χειρωνακτική δουλειά από τα χαράματα και μακριά ηλιοβασιλέματα στην κουνιστή πολυθρόνα της βεράντας. Αδυναμία στη μαριχουάνα. Τάση προς τη μελαγχολία. Συγκρατημένη αλλά ανελέητη αίσθηση του χιούμορ. Ξερό, απόμακρο γέλιο. Μασάζ στην πλάτη. Ανακύκλωση. Μουσική σιτάρ και ένα σύντομο φλερτ με τον Βουδισμό που ευτυχώς το έχει πια ξεπεράσει. Βιταμίνες και μπριτζ, φίλτρα νερού και γαλλικές ταινίες. Ειρηνιστής, με τρεις κιθάρες αλλά χωρίς TV, κακή σχέση με ομαδικά σπορ γιατί ως παιδί οι άλλοι τον κορόιδευαν. Μαλλιά που αρχίζουν να υποχωρούν στους κροτάφους. Μελαχρινή μακριά αλογοουρά που πέφτει απαλά πίσω στην πλάτη. Ωχρό, κιτρινιάρικο δέρμα, όψη σχεδόν ασθενική. Τρυφερό ψιθυριστό σεξ. Περίεργα σκαλιστά ξύλινα φυλαχτά περασμένα σε ένα κορδόνι γύρω από τον λαιμό, που δεν εξηγεί γιατί τα έχει και δεν τα βγάζει ούτε στο μπάνιο. Ημερολόγια που δεν έπρεπε να διαβάσω, γεμάτα φρικαλέα αποκόμματα που αποδεικνύουν σε τι άθλιο κόσμο ζούμε. Κυνικός ως προς τα κυρίαρχα πολιτικά ρεύματα, ειρωνικά αποστασιοποιημένος από τη λαϊκή κουλτούρα. Και το κυριότερο; Ξένος, αλλά με άπταιστα αγγλικά και χαριτωμένη βρετανική προφορά.
Θα ζούσαμε στην εξοχή – στην Πορτογαλία ή σε κάποιο χωριουδάκι στην Κεντρική Αμερική – και το αγρόκτημά μας στην κορυφή του λόφου θα πουλούσε αυγά ημέρας, φρέσκο βούτυρο και χοντρές κολοκύθες με μεγάλα σπόρια. Το μικρό πέτρινο σπίτι μας θα έβριθε από ερπετά και έντομα, στα περβάζια των παραθύρων θα άνθιζαν κόκκινα γεράνια, θα ψήναμε νόστιμο ψωμί από σίκαλη και μπισκότα καρότου για τους αγρότες γείτονές μας. Άνθρωπος με μεγάλη μόρφωση, ο φανταστικός σύντροφός μου θα σκάλιζε συνεχώς το έδαφος του ειδυλλίου μας, τσιμπολογώντας τους σπόρους της ίδιας του της δυσαρέσκειας. Και, ζώντας μέσα στην αφθονία της φύσης, θα γινόταν όλο και πιο εκδικητικά ασκητικός.
Γελάς, ε; Γιατί κάπου εκεί ήρθες εσύ. Ψηλός, γεροδεμένος, κρεατοφάγος, με αχυρένια ξανθά μαλλιά και ροδαλό δέρμα που κοκκινίζει στον ήλιο. Μονίμως ορεξάτος. Με βροντερό, ασυγκράτητο γέλιο. Ένας άντρας που λέει ανέκδοτα με τον Τοτό. Χοτ ντογκ – ούτε καν τα λουκάνικα της Ανατολικής 86ης οδού, αλλά χοντρά, λιπαρά χοιρινά εντόσθια σε εκείνο το τρομακτικό ροζ χρώμα. Μπέιζμπολ. Πάνινα κασκέτα. Ατάκες και εμπορικές ταινίες, νερό της βρύσης και μπίρες σε κουτάκι. Ένας ατρόμητος, εύπιστος καταναλωτής που διαβάζει τις ετικέτες των προϊόντων απλώς και μόνο για να επιβεβαιώσει ότι έχουν άφθονα πρόσθετα. Λάτρης των ανοιχτών δρόμων, και παθιασμένος με το ανοιχτό φορτηγάκι του, πιστεύει πώς τα ποδήλατα είναι για τους βλαμμένους. Άγριο πήδημα και βρομόλογα. Χωρίς καμία ενοχή που βλέπει μόνος του πορνό στο σπίτι. Θρίλερ, αστυνομικά και ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Συνδρομητής του National Geographic. Μπάρμπεκιου στην επέτειο της 4ης Ιουλίου και σχέδια να ξεκινήσει γκολφ όταν θα μπει στην τρίτη ηλικία. Τρελός για κάθε είδους άθλιο τζανκ φουντ: τσιπς, τυρογαριδάκια. Σκουίγκλις – γελάς, αλλά εγώ δεν τα βάζω ποτέ στο στόμα μου - ό,τι μπορεί να μοιάζει όσο το δυνατόν λιγότερο με τροφή και να απέχει τουλάχιστον έξι στάδια επεξεργασίας από το φυσικό προϊόν. Ένας τύπος που ακούει Μπρους Σπρίνγκστιν, τα πρώτα άλμπουμ, στη διαπασών, με το τζάμι του ημιφορτηγού κατεβασμένο και τα μαλλιά να ανεμίζουν. Που τραγουδάει δυνατά μαζί με την κασέτα- πώς είναι δυνατόν να αγάπησα εγώ έναν τόσο φάλτσο άντρα; Μπιτς Μπόις. Έλβις – ποτέ δεν ξέκοψες από τις ρίζες, πάντοτε λάτρης του απλού, παλιού ροκ εντ ρολ. Στομφώδη λόγια. Αλλά όχι απελπιστικά κολλημένος. Θυμάμαι, άκουσες Περλ Τζαμ και σου άρεσαν, και ήταν τότε που έπαψε να τους ακούει ο Κέβιν… Αρκεί η μουσική να ήταν ζωηρή. Δεν γούσταρες τα δικά μου – Έλγκαρ, Λίο Κότκε – αν και έκανες μια εξαίρεση για τον Άαρον Κόπλαντ. Σκούπισες βιαστικά τα μάτια σου στο Τάνγκλουντ σαν να τα καθάριζες από τσίμπλες, ελπίζοντας πως εγώ δεν είχα προσέξει ότι η «Ήσυχη Πόλη» σε έκανε να βουρκώσεις. Και εντελώς συνηθισμένες, προσιτές απολαύσεις: ο Ζωολογικός Κήπος του Μπρονξ και ο Βοτανικός Κήπος, το τρενάκι στο λούνα παρκ του Κόνι Άιλαντ, το φέρι μποτ του Στέιτεν Άιλαντ, το Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ. Ήσουν ο μόνος Νεοϋορκέζος που ήξερα, που είχε όντως πάρει το φέρι μποτ για το Άγαλμα της Ελευθερίας. Με έσυρες κι εμένα μια φορά εκεί και ήμασταν οι μοναδικοί τουρίστες πάνω στο καραβάκι που μιλούσαμε αγγλικά. Ρεαλιστές ζωγράφοι – Έντουαρντ Χόπερ. Και, Θεός φυλάξει, Φράνκλιν, ρεπουμπλικάνος! Πίστη στην ισχυρή αμυντική οχύρωση της χώρας και κατά τα άλλα μικρή κυβέρνηση και χαμηλή φορολογία. Σωματικά επίσης, ήσουν για μένα φοβερή έκπληξη – σωστό φρούριο, μια ισχυρή άμυνα εσύ ο ίδιος. Υπήρχαν φορές που ανησυχούσες μήπως μου έπεφτες πολύ βαρύς, έκανα μείζον θέμα τις διαστάσεις σου, αν και ζύγιζες σταθερά κάπου μεταξύ 83 και 85, και πάλευες μια ζωή να διώξεις αυτά τα δύο κιλά για να μη μείνουν σαν σαμπρέλα γύρω από τη μέση σου στα γεράματα. Αλλά εμένα μου φαινόσουν τεράστιος. Τόσο γεροδεμένος και δυνατός, τόσο φαρδύς και συμπαγής, το άκρο αντίθετο από το ωχρό, λεπτεπίλεπτο, γωνιώδες πλάσμα της φαντασίας μου. Μονοκόμματος σαν κορμός βελανιδιάς, όπου πάνω του μπορούσα να στηρίξω το μαξιλάρι μου και να διαβάσω. Τα πρωινά κουλουριαζόμουν στις μασχάλες των κλαδιών σου. Πόσο τυχεροί είμαστε όταν γλυτώνουμε απ’ αυτό που νομίζουμε ότι θέλουμε!"
Λάιονελ Σράιβερ, "Πρέπει να Μιλήσουμε για τον Κέβιν"